Ανησυχία προκαλούν τα περιστατικά αναίτιας βίας κατά μεταναστών που εκτυλίσσονται τις τελευταίες νύχτες σε δρόμους της πόλης των Χανίων, η οποία, ενώ έχει ξεκινήσει η τουριστική περίοδος, κινδυνεύει να γίνει πρώτο θέμα στα διεθνή Μ.Μ.Ε. με εντελώς αρνητικό τρόπο.
Σε μια προσπάθεια ερμηνείας αυτών των φαινομένων, ο διδάσκων στο Οικονομικό Τμήμα του Πανεπιστημίου Κρήτης Σπύρος Λαπατσιώρας, σημειώνει:
´Τα φαινόμενα φασιστικής βίας, τα οποία είχαν εμφανιστεί στα Χανιά πριν έναν χρόνο, επέστρεψαν στην πόλη μας τις τελευταίες τέσσερις μέρες με σειρά σοβαρών επιθέσεων σε μετανάστες. Με βαριά τραύματα, τα οποία έχουν υποστεί μετανάστες και με τον εμπρησμό του αυτοκινήτου του μέλους του Φόρουμ Μεταναστών Κρήτης, Μάρκου Χατζησάββα. Είναι πάρα πολύ ανησυχητικά φαινόμενα. Θα πρέπει όλος ο δημοκρατικός κόσμος των Χανίων και όλοι οι θεσμικοί φορείς της πόλης που αποτυπώνουν τη φωνή της κοινωνίας των πολιτών στα Χανιά, να δείξουν εγρήγορση και αμεσότητα στην απομόνωση και την καταδίκη αυτών των συμπεριφορών. Θα πρέπει επίσης αυτά τα φαινόμενα όχι μόνο να καταγγελθούν και να υπάρχει μια άμεση απομόνωση, αλλά να διερευνηθούν σε βάθος με όλες τις διασυνδέσεις τις οποίες μπορεί να έχουνε διότι διαφορετικά, πολύ φοβάμαι ότι αν συνεχιστεί αυτή η κατάσταση θα δημιουργεί αρκετά προβλήματα στην πόλη των Χανίων που κινδυνεύει να γίνει θέμα στα διεθνή Μ.Μ.Ε.´.
Ο κ. Λαπατσιώρας αναφέρει ότι ´προφανώς όλα αυτά τα φαινόμενα έχουν να κάνουν σε μια μακρά σύνδεση με την οικονομική κρίση, διότι θεωρητικά έχει καταγραφεί η σύνδεση της οικονομικής κρίσης με την ανάπτυξη ξενοφοβικών αντανακλαστικών και ρατσιστικών συμπεριφορών. Ωστόσο, δεν μπορεί να αποδοθούν μόνο σε αυτόν τον παράγοντα με την έννοια ότι με ποιον τρόπο θα εμφανιστεί σε κάθε κοινωνία και θα πάρουν μορφή και έκφραση αυτά τα ξενοφοβικά αντανακλαστικά και οι ρατσιστικές επιθέσεις εξαρτάται από πολύ συγκεκριμένους πολιτικούς, κοινωνικούς και πολιτισμικούς παράγοντες. Αυτά που πρέπει να επισημάνουμε για να ερμηνεύσουμε την επιστροφή του φαινομένου στους δρόμους των Χανίων με μια πολύ ιδιαίτερη και ανησυχητική ένταση η οποία πρέπει να έχει άμεση αντιμετώπιση, έχει να κάνει με την υπερπροβολή από τα κεντρικά Μ.Μ.Ε. του ακροδεξιού και ρατσιστικού λόγου και με το γεγονός της πόλωσης που έφερε στις αναπαραστάσεις που έχει η κοινωνία για το μεταναστευτικό φαινόμενο η απεργία πείνας των μεταναστών που διεκδίκησαν δικαιώματα εντελώς λογικά και φυσιολογικά. Συγχρόνως θα πρέπει να παρατηρήσουμε ότι άλλος ένας παράγοντας που έχει να κάνει με αυτά τα φαινόμενα είναι αφενός το γεγονός της καταγεγραμμένης ανοχής που υπάρχει απέναντι στη δράση των ακροδεξιών ομάδων γενικά και δεν αναφερόμαστε ειδικά στα Χανιά, όπου πέρυσι η Αστυνομική Διεύθυνση είχε δείξει μια εγρήγορση. Γενικά φαίνεται μια ανοχή, ακόμη και από σε θύλακες που υπάρχουν ακόμα και μέσα σε σώματα ασφαλείας, σε ακροδεξιές ομάδες. Αυτό είναι ένα πάρα πολύ σημαντικό φαινόμενο που ειδικά στην περίοδο της κρίσης που διανύουμε απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή´.
Η ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ
Στο μεταξύ, εντείνεται η αστυνόμευση στα Χανιά μετά και τις πρόσφατες αναίτιες επιθέσεις σε αλλοδαπούς από ομάδες νεαρών.
Ο αστυνομικός διευθυντής Χανίων κ. Μουρτζανός απαντώντας σε σχετική ερώτηση ανέφερε μεταξύ άλλων:
´Θεωρώ ότι τα περιστατικά είναι μεμονωμένα. Αλίμονο αν φτάσουμε στο σημείο να πάρουν κάποιοι τον νόμο στα χέρια τους. Ζητάμε όσοι έχουν κάποιο πρόβλημα, άμεσα να ενημερώνουν το 100´.
ΤΟ ΦΟΡΟΥΜ
Στο μεταξύ με χθεσινοβραδινή ανακοίνωσή του το Φόρουμ Μεταναστών Κρήτης αναφέρει μεταξύ άλλων ότι ´οι τραμπούκοι αυτοί δρουν με υπερβολική άνεση, σε ώρες που κυκλοφορεί ακόμα κόσμος στους δρόμους και σε κεντρικά σημεία της πόλης, όπως διαπιστώσαμε και με τα μάτια μας σε δυο περιπτώσεις επιθέσεων. Μάλιστα στη μία, μόνο εξαιτίας της τυχαίας παρουσίας μας, θα οδηγηθούν τελικά στη δικαιοσύνη δύο από τους τραμπούκους που έδερναν και απειλούσαν´. Προσθέτει ότι ´έχουμε να κάνουμε με μία επιχείρηση Μαύρης Αντίδρασης, συμφερόντων που θέλουν τον κόσμο της δουλειάς διαιρεμένο, που θέλουν την εργασία μαύρη και υποτιμημένη, που προωθούν και ποντάρουν στον κοινωνικό κανιβαλισμό´.
Και καταλήγει:
´Είναι φροντίδα της κοινωνίας του μόχθου να υπερασπίζει τα κεκτημένα και τα δικαιώματά της, αλλά πάνω από όλα τους ανθρώπους της´.