Τα κινητά αποκάλυψαν τους δράστες

Δημοσίευση: 15/01/2011 11:01
Συντάκτης: digitalcrete.gr
201 προβολές

Τα κινητά τηλέφωνα των δύο εκ των τριών κατηγορουμένων οδήγησαν την Ελληνική Αστυνομία στην εξιχνίαση της υπόθεσης της απαγωγής και δολοφονίας του 50χρονου επιχειρηματία Γιάννη Κυπριωτάκη, τον Μάιο του 2009, όπως επισημάνθηκε χθες, κατά τη διάρκεια της πρώτης ημέρας εκδίκασης της πολύκροτης υπόθεσης στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Κρήτης, στα Χανιά.

Συγκλονιστικές στιγμές από την τραγωδία που βίωσε η οικογένεια τού δολοφονηθέντος επιχειρηματία καθόλο το διάστημα της απαγωγής του «ξετυλίχθηκαν» εντός της αίθουσας του δικαστηρίου, με τους συγγενείς και τους φίλους του Γιάννη Κυπριωτάκη να ζητούν την παραδειγματική τιμωρία των τριών κατηγορουμένων, οι οποίοι παραδέχθηκαν, ενώπιον της έδρας, ότι προχώρησαν στην απαγωγή, αρνήθηκαν ωστόσο, καθένας από την πλευρά του, ότι συμμετείχε στη δολοφονία του 50χρονου.

Η εκδίκαση ξεκίνησε μετά τον αυτεπάγγελτο διορισμό συνηγόρων υπεράσπισης στους δύο από τους τρεις κατηγορούμενους (τον 28χρονο Αμέρ Νουθ και τον εξάδελφό του, 26χρονο Ουσάμα Νουθ), καθώς οι δικηγόροι τους είχαν δηλώσει κώλυμμα. Αυτεπάγγελτα είχε διορίσει το δικαστήριο -στις 19 Νοεμβρίου 2010- συνήγορο υπεράσπισης και για τον 34χρονο Γιάννη Σταυρουλάκη, ο οποίος, σύμφωνα με το βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών Κρήτης, είχε «αρχηγικό» ρόλο στον σχεδιασμό της απαγωγής.

Ο αυτεπάγγελτος διορισμός των δικηγόρων υπεράσπισης και η απόφαση για έναρξη της δίκης πάρθηκε από την πρόεδρο της έδρας, η οποία συνεκτίμησε ότι σε περίπτωση που υπήρχε νέα αναβολή της εκδίκασης της υπόθεσης ήταν πολύ πιθανό να αφεθούν ελεύθεροι οι τρεις κατηγορούμενοι δεδομένου ότι στις 24 Μαρτίου παρέρχεται το 18μηνο της προφυλάκισης.

Η διαδικασία, κατά τη διάρκεια της οποίας εξετάστηκαν 7 μάρτυρες, διεκόπη στις 3 το μεσημέρι και θα συνεχιστεί τη Δευτέρα 17 Ιανουαρίου, στις 10:30 το πρωί.

Αξιοσημείωτο είναι ότι τα μέτρα ασφαλείας εντός της αίθουσας του δικαστηρίου ήταν δρακόντεια, καθώς δεκάδες ένοπλοι αστυνομικοί είχαν δημιουργήσει κλοιό γύρω από τους τρεις κατηγορούμενους. Ολοι όσοι παρακολούθησαν τη δίκη πέρασαν από σωματικό έλεγχο, ενώ οι κατηγορούμενοι φορούσαν αλεξίσφαιρα γιλέκα.

Η ΣΥΖΥΓΟΣ

«Ράγισαν» καρδιές κατά τη διαδικασία εξέτασης της κας Μαρίας Σπανάκη, συζύγου του 50χρονου Γιάννη Κυπριωτάκη, η οποία ανέβηκε στο βήμα φανερά ταραγμένη, με τρεμάμενα χέρια και με δάκρυα στα μάτια.

«Είναι δυνατόν να είμαι ψύχραιμη, που έχει κλείσει το σπίτι μου εδώ και δύο χρόνια;», είπε η κα Σπανάκη, απαντώντας στην πρόεδρο της έδρας, η οποία της συνέστησε «ψυχραιμία». Η κα Σπανάκη αναφέρθηκε, αρχικά, στις επαγγελματικές δραστηριότητες του συζύγου της, σημειώνοντας ότι η οικογενειακή τους επιχείρηση είχε υποστεί ένα σημαντικό πλήγμα, καθώς η βιοτεχνία χρωμάτων που διατηρούσαν στη ΒΙΠΕ Ηρακλείου καταστράφηκε ολοσχερώς

από πυρκαγιά τον Μάρτιο του 2008.

Εν συνεχεία περιέγραψε με αρκετές λεπτομέρειες όσα είχαν συμβεί το μοιραίο πρωινό της 18ης Μαΐου, όταν είδε για τελευταία φορά τον σύζυγό της. «Ξεκίνησε για να πάει στη δουλειά. Το μεσημέρι, στις 3, μιλήσαμε στο τηλέφωνο και μου είπε ότι θα πάει σ’ ένα επαγγελματικό ραντεβού», καθώς «είχε δεχθεί τηλεφώνημα για να πάει να δει μία οικοδομή» (σ.σ. Ο Γιάννης Κυπριωτάκης ήταν εργολάβος ελαιοχρωματιστής και διατηρούσε και βιοτεχνία χρωμάτων). «Τον ρώτησα ποιος του τηλεφώνησε και μου απάντησε ότι δεν του είχε πει το όνομά του, ότι ήταν Ελληνας και ότι το κινητό του τηλέφωνο δεν είχε απόκρυψη. Του είπα να μην πάει. Μου είπε: τι φοβάσαι μη με απαγάγουν; Φακελάκι να βρεις...»,

ανέφερε η κα Σπανάκη. «Είχε χιούμορ ο άντρας μου», ψέλλισε.

Και συνέχισε: «Στις 4:30 το απόγευμα τού τηλεφώνησα, αλλά το τηλέφωνό του μου έβγαλε ότι η κλήση μου προωθείται. Με ζώσανε τα φίδια, γιατί πάντα μου τηλεφωνούσε να μου πει πού ήταν, γιατί αργούσε... Πήγα εκεί που μου είχε πει ότι είχε το ραντεβού. Δεν τον βρήκα. Πήγα σε διάφορα μέρη. Δεν τον βρήκα πουθενά. Μιλούσα με τα παιδιά μου, με φίλους, γνωστούς. Πήρα και την Αστυνομία, μου είπαν να μην ανησυχώ, ότι κάπου θα είναι και θα έρθει. Στις 2 - 3 το πρωί πήγα στην Αστυνομία με τη φωτογραφία του άντρα μου για να ξεκινήσει η διαδικασία της αναζήτησης. Στις 6 το πρωί χτύπησε το τηλέφωνό μου και ήταν ο σύζυγός μου. Μου είπε: σε παρακαλώ βρες 300.000 ευρώ. Είμαι με τρία καλά παιδιά και το μεσημέρι θα σου πουν πού να πας τα χρήματα με τον γαμπρό μας, τον Γιώργο. Τον άκουσα λίγο αγχωμένο. Μου είπε να μην ανακατέψω την Αστυνομία»...

Αμεσα, η κα Σπανάκη ξεκίνησε να χτυπά «πόρτες» για να συγκεντρώσει τα χρήματα. Αργότερα, όπως η ίδια ανέφερε, δέχθηκε τηλεφώνημα από κινητό τηλέφωνο χωρίς απόκρυψη αριθμού. «Ένας άντρας με βαριά κρητική φωνή μού είπε: "Αν αγαπάς τον άντρα σου θα δώσεις 500.000 ευρώ, γιατί είμαστε πολλοί και δεν μας φτάνουν"»...

Τα τηλεφωνήματα από κινητό τηλέφωνο με διαφορετικό αριθμό κάθε φορά, χωρίς απόκρυψη, συνεχίστηκαν. Το βράδυ της 19ης Μαΐου ο άντρας με τη βαριά κρητική προφορά τηλεφώνησε και πάλι και όταν έμαθε ότι η οικογένεια του Γιάννη Κυπριωτάκη είχε συγκεντρώσει 154.000 ευρώ είπε: «Να μου τα φέρεις γρήγορα».

Στο σημείο όπου έπρεπε να αφήσουν τα χρήματα (μία έρημη τοποθεσία στις Γούβες Ηρακλείου) η κα Σπανάκη, με τον γαμπρό της, Γιώργο Ανδρουλάκη, έφτασαν οδικώς γύρω στις 6 το πρωί της 20ής Μαΐου, με τον άντρα με τη βαριά κρητική προφορά να τους δίνει οδηγίες από το κινητό του τηλέφωνο. «Μη φοβάσαι. Σε δύο ώρες θα τον έχουμε αφήσει ελεύθερο. Θα τον αφήσουμε δεμένο στο πορτ μπαγάζ του αυτοκινήτου του», ανέφερε ο απαγωγέας, όπως είπε χθες η κα Σπανάκη.

«Πήγα στο εργοστάσιο και περίμενα να περάσουν οι δύο ώρες. Ηρθε ο ταξίαρχος Κουζέλης» (σ.σ. στον ρόλο του οποίου είχε αναφερθεί νωρίτερα η κα Σπανάκη), αστυνομικοί και περιμέναμε. Κάποια στιγμή ειδοποίησαν τον ταξίαρχο για ένα αυτοκίνητο που καίγεται και μετά ήρθε ο γιος μου και μου είπε: μαμά, ο μπαμπάς τελείωσε...», ανέφερε η κα Σπανάκη ξεσπώντας σε λυγμούς. «Ξέρετε τι είναι να κάνεις τη ζητιάνα για να βρεις τα χρήματα και να βρεις τον άντρα σου απανθρακωμένο; Δεν τον χαιρέτησα ούτε εγώ ούτε τα παιδιά μου»...

ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ

Το αυτοκίνητο του Γιάννη Κυπριωτάκη βρέθηκε στην ερημική τοποθεσία Ποταμιές, μέρος που οδηγεί στους Ασκούς, το χωριό του Σταυρουλάκη, ανέφερε, μεταξύ άλλων, ο Κυριάκος Κυπριωτάκης, γιος του θύματος. Και πρόσθεσε: «Οταν πήγα καιγόταν ακόμη το αυτοκίνητο και αντίκρυσα τον πατέρα μου κανονικά»...

Ο κ. Κυπριωτάκης εξέφρασε την πεποίθηση, απαντώντας σε ερώτηση του εισαγγελέα, ότι «και οι τρεις μαζί κάνανε το έγκλημα». Ανάλογη ήταν η τοποθέτηση και του έτερου γιου, Κώστα Κυπριωτάκη και της κόρης του θύματος, Κατερίνας Κυπριωτάκη. «Τον χτύπησαν στο κεφάλι, του κρατούσε ο ένας τα πόδια, ο άλλος κρατούσε τσίλιες και ο τρίτος τον κρέμασε. Μετά τον κάψανε», είπε χαρακτηριστικά ο κ. Κώστας Κυπριωτάκης.

«Ο πατέρας μου δεν πρόλαβε να χαρεί τα τρία εγγόνια του. Ούτε εγώ μπορώ να τα χαρώ τα παιδιά μου. Είναι μεγάλο κακό αυτό που μας κάνανε», ανέφερε η κα Κατερίνα Κυπριωτάκη.

Στα γεγονότα αναφέρθηκε και ο γαμπρός του 50χρονου επιχειρηματία, σύζυγος της Κατερίνας Κυπριωτάκη, Γιώργος Ανδρουλάκης, ο οποίος μίλησε με τα καλύτερα λόγια για τον χαρακτήρα και την προσωπικότητα του πεθερού του. «Τον είχα σαν δεύτερο πατέρα», είπε.

Η ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ

Ο κ. Γιάννης Δρίτσας,

αστυνομικός της Υποδιεύθυνσης Ασφάλειας Ηρακλείου,

επεσήμανε, από την πλευρά του, ότι η Αστυνομία προχώρησε στην άρση του τηλεφωνικού απορρήτου και διαπίστωσε ότι χρησιμοποιήθηκαν δύο κινητά τηλέφωνα (συσκευές) στην υπόθεση της απαγωγής. «Η συσκευή του Γιάννη Σταυρουλάκη και η συσκευή του Αμέρ Νουθ. Από το τηλέφωνο του Σταυρουλάκη ενεργοποιήθηκαν σχεδόν όλες οι κάρτες των αριθμών που χρησιμοποιήθηκαν στην απαγωγή και ορισμένες κάρτες από το κινητό του Αμέρ», είπε χαρακτηριστικά ο κ. Δρίτσας. Παράλληλα, ανέφερε ότι «ο Σταυρουλάκης είχε στη δουλειά του τους δύο Σύριους. Μετά τα γεγονότα είχαν πολύ συχνή επικοινωνία και μάλιστα σε παράξενες ώρες, πάντα όμως μιλούσαν για τη δουλειά. Δεν είχαν τίποτα να χωρίσουνε».

«Ηταν φοβισμένος σε αυτές τις συνομιλίες ο πρώτος κατηγορούμενος;» (σ.σ. Σταυρουλάκης), ρώτησε η πρόεδρος της έδρας. «Όχι. Δουλεύανε μαζί. Χωρίς φόβο», απάντησε ο αστυνομικός. Ο ίδιος εκτίμησε ότι «και οι τρεις μαζί δολοφόνησαν τον Γιάννη Κυπριωτάκη».

ΟΙ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ

Υπενθυμίζεται ότι οι τρεις συλληφθέντες κατηγορούνται για:

• Συγκρότηση και ένταξη σε εγκληματική οργάνωση προς διάπραξη των κακουργημάτων της αρπαγής με σκοπό την είσπραξη λύτρων και της ανθρωποκτονίας από πρόθεση.

• Αρπαγή με σκοπό την είσπραξη λύτρων.

• Ανθρωποκτονία εκ προθέσεως κατά συναυτουργία.

• Διακεκριμένη περίπτωση φθοράς πράγματος ιδιαίτερα μεγάλης αξίας στην οποία συμμετείχαν περισσότεροι από δύο.  

• Περιύβριση νεκρού κατά συναυτουργία.

Σημειώνεται, τέλος, ότι οι τρεις κατηγορούμενοι συνελήφθησαν στις 24 Σεπτεμβρίου 2009.