Επτά άτομα που κατηγορούνταν ότι προκάλεσαν τη ματαίωση της παρέλασης στη Θεσσαλονίκη κρίθηκαν αθώα. Ανάμεσά τους φίλαθλοι του Ηρακλή και ένας αστυνομικός.
Οι επτά κατηγορούμενοι, ανάμεσά τους τέσσερις οπαδοί του Ηρακλή, κάθισαν στο εδώλιο αντιμετωπίζοντας τις πράξεις της παράνομης βίας και της προσβολής στο πρόσωπο του Προέδρου της Δημοκρατίας.
Ανάμεσά τους κι ένας αστυνομικός, ο οποίος κατηγορείτο ότι παρότι βρισκόταν σε διατεταγμένη υπηρεσία εκείνη την ημέρα, εντούτοις δεν προέβη σε καμία σύλληψη.
Και ο αστυνομικός αθωώθηκε τελικά για το αδίκημα της προσβολής στο πρόσωπο του Προέδρου της Δημοκρατίας δια παραλείψεως. Το δικαστήριο έκρινε ότι με δεδομένη την πολυάριθμη παρουσία των διαδηλωτών ήταν αδύνατο να προβεί σε συλλήψεις. "Ήταν ανέφικτο να πράξει αυτό για το οποίο κατηγορείται ότι δεν έκανε", ήταν η τοποθέτηση του εισαγγελέα της έδρας κατά την αγόρευσή του.
Οι επτά βασικοί κατηγορούμενοι ομολόγησαν στην πλειονότητά τους ότι προέβησαν στις εκδηλώσεις διαμαρτυρίας για να εκφράσουν την αντίθεσή τους στην οικονομική πολιτική της κυβέρνησης και στα μέτρα του Μνημονίου.
Παράλληλα, οι φίλαθλοι του Ηρακλή, όπως είπαν, θέλησαν επιπλέον να διατρανώσουν τη διαμαρτυρία τους για τον υποβιβασμό της ποδοσφαιρικής τους ομάδας. Ωστόσο, αρνήθηκαν ότι φώναζαν υβριστικά συνθήματα κατά του Προέδρου της Δημοκρατίας κι ότι εμπόδισαν, όπως κατηγορούνταν, τη διέλευση του τμήματος των έφεδρων αξιωματικών που αποπειράθηκε να παρελάσει.
Το δικαστήριο δέχθηκε τελικά τους ισχυρισμούς τους και τους αθώωσε για όλες τις πράξεις.
Στο μεταξύ, για την ίδια υπόθεση κατηγορούνται άλλα 11 άτομα για το αδίκημα της παράνομης βίας. Πρόκειται κυρίως για συνδικαλιστές από διάφορους επαγγελματικούς κλάδους. Η δικογραφία για την περίπτωσή τους διαχωρίστηκε και βρίσκεται στα χέρια αντιεισαγγελέα Πλημμελειοδικών για χαρακτηρισμό.
Να σημειωθεί ότι για την αναγνώριση και ταυτοποίηση όλων των κατηγορουμένων χρησιμοποιήθηκε από τις διωκτικές αρχές αποκλειστικά οπτικοακουστικό υλικό.