Οι ιστότοποι κοινωνικής δικτύωσης, όπως το Facebook, συνιστούν πρόκληση για την εθνική ασφάλεια της Κίνας και ένα "εργαλείο πολιτικής ανατροπής" των δυτικών χωρών με τις ΗΠΑ επικεφαλής, επισημαίνει έκθεση του σημαντικότερου κέντρου ερευνών της Κίνας.
Οι κινεζικές αρχές είχαν αναστείλει τη λειτουργία του ΙΝΤΕΡΝΕΤ πριν από ένα χρόνο στη Σιντζιάνγκ, στη βορειοδυτική Κίνα, μετά τις διεθνοτικές αιματηρές ταραχές. Οι Ουιγούροι --τουρκόφωνη μουσουλμανική μειονότητα-- είχαν κατηγορηθεί ότι υιοθέτησαν αυτή τη μορφή επικοινωνίας για να οργανώσουν τις διαδηλώσεις τους.
Σύμφωνα με τους συντάκτες του άρθρου, στη διάρκεια των ταραχών αυτών "το Facebook έγινε κατά τα φαινόμενα το σημείο συνάντησης αυτονομιστικών οργανώσεων της Σιντζιάνγκ στο εξωτερικό".
Συνεπώς, κατ΄αυτούς "απέναντι στη δημοτικότητα των ιστοτόπων κοινωνικής δικτύωσης, επιβάλλεται να ενισχυθεί ο έλεγχος των ιστοτόπων αυτών" στην Κίνα και να "δοθεί μεγάλη προσοχή στους εν δυνάμει κινδύνους και τους αθέατους κινδύνους".
Στα τέλη του 2009, 176 εκατομμύρια χρήστες του διαδικτύου στην Κίνα, στην πλειοψηφία τους νέοι ηλικίας 20 και 29 ετών, κατέφυγαν στους ιστότοπους κοινωνικής δικτύωσης, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία.
Αν το Facebook δεν είναι προσβάσιμο στην Κίνα, κινεζικές εκδοχές του όπως το Kaixin αναπτύχθηκαν γρήγορα από το 2008, υπογραμμίζει η έκθεση.
Σε άλλο άρθρο που είναι αφιερωμένο στην υπόθεση της Google, η έκθεση κατηγορεί την αμερικανική μηχανή αναζήτησης ότι συνδέεται με τις αμερικανικές υπηρεσίες πληροφοριών και ότι η Ουάσινγκτον χρησιμοποιεί το διαδίκτυο για να ενισχύσει την ηγεμονία της.
Η Κίνα έχει τουλάχιστον 400 εκατομμύρια χρήστες του διαδικτύου, ένας αριθμός που τη θέτει πρώτη παγκοσμίως στη χρήση του ΙΝΤΕΡΝΕΤ. Οι αρχές επιβάλλουν λογοκρισία στο διαδίκτυο, ασκώντας στενή παρακολούθηση και απαγορεύοντας κυρίως δημοσιεύσεις πολιτικού ή πορνογραφικού περιεχομένου.