Όταν προβληματίζεται κανείς γύρω από αυτό που συγκροτεί την νέα γενιά ως οντότητα με ιδιαίτερη συλλογική ταυτότητα, πιθανόν να ανατρέξει σε ιστορικές μνήμες που αναφέρονται σε κινήματα νεολαίας όπως εκφράστηκαν με τον Μάη του 68 στην Ευρώπη ή στην γενιά του Πολυτεχνείου στην Ελλάδα.
Με άλλα λόγια η ιστορικά «αποκλεισμένη» νέα γενιά εισήλθε στον δημόσιο βίο και τον διαπέρασε με τα οράματα της. Στην Ελλάδα η συγκεκριμένη δυναμική εκφράστηκε με το κίνημα της «αλλαγής» το οποίο θεμελίωσε την Δημοκρατία και εισήγαγε το κοινωνικό κράτος.
Στην συγκεκριμένη ιστορική περίοδο η νεολαία κατέκτησε την δική της θέση ως αναπόσπαστο κομμάτι του πολιτικού στερεώματος.
Εντούτοις όμως η ριζοσπαστική γενιά του χθες αποτελεί το κατεστημένο του σήμερα. Ένα κατεστημένο που ταυτίζεται όχι μόνο με τις ανατροπές τις οποίες έφερε αλλά και με τις παθογένειες που παρουσιάζουν οι σημερινές κοινωνίες.
Παθογένειες που σωρεύτηκαν και αποτέλεσαν το απαύγασμα της σημερινής κρίσης αξιών και ιδεολογιών.
Αποτέλεσμα είναι ότι όλες οι επιστημονικές μελέτες επιβεβαιώνουν μια τάση απόστασης της σημερινής νεολαίας από την πολιτική. Παράλληλα υπάρχουν ερευνητικές ενδείξεις ότι η νεολαία δεν έχει πλέον αντιπροσωπευτικούς και σαφείς αξιακούς προσανατολισμούς.
Οι νέοι δεν κατευθύνονται βάση των ερευνών ούτε προς τις λεγόμενες «παραδοσιακές» αξίες, όπως είναι η εντιμότητα, αίσθηση του καθήκοντος, το φιλότιμο, η τιμή κοκ ούτε όμως φαίνεται να διαθέτουν έναν σύγχρονο συλλογικό κώδικα αξιών ο οποίος εν γένει θα προωθούσε καλύτερα τα οράματα ατομικής ανέλιξης σε σχέση με τον παραδοσιακό τύπο των παλαιότερων γενεών.
Αντίθετα επικρατεί μια τάση σύνθεσης ενός «κοκτέιλ αξιών» αποτελούμενο από διάφορες αξιακές παραμέτρους όπως ταιριάζει καλύτερα στα επιμέρους ατομικά βιογραφικά σχέδια.
Στην εικόνα αυτή της εξατομίκευσης των αξιών φαίνεται να αντιστοιχεί, η μείωση του πολιτικού ενδιαφέροντος και το γεγονός ότι η πολιτική ενασχόληση θεωρείται ντεμοντέ.
Συνολικά οι τάσεις αυτές συντείνουν προς την υπόθεση ότι η "νεολαία" σήμερα είναι ένας δύσκολος συνομιλητής για την πολιτική. Και αυτό με δύο έννοιες:
1) υπό την έννοια ότι η εξατομίκευση των αξιών δεν επιτρέπει την κινητοποίηση και την συγκίνηση της νεολαίας γύρω από ένα συλλογικό σχέδιο πολιτικής. Είναι δύσκολη επομένως η απονομή πολιτικών κινήτρων.
2) υπό την έννοια ότι λόγω της εξατομίκευσης η νεολαία δύσκολα προσεγγίζεται ως συλλογική οντότητα. Καθίσταται όλο και ποιο δύσκολο να οριοθετήσει κανείς την «φάση της νεότητας» λόγω της όλο και πιο ρευστής και παρατεταμένης μετάβασης από την παιδική ηλικία στη νεότητα και από τη εφηβεία στην ενηλικίωση. Η φάση της νεότητας φαίνεται να εξαφανίζεται εντελώς ως εξειδικευμένο μέγεθος αναφοράς για πολιτικά ή κοινωνικά κινήματα ή πολιτικά κόμματα.
Η ανακύπτουσα εικόνα δεν είναι απαραίτητα αρνητική. Οι κλασσικές μορφές πολιτικής δράσης σε πολιτικά κόμματα και ενώσεις αντικαθίστανται από άλλες μορφές δράσης.
Παράλληλα υποθάλπονται στη εξατομίκευση των αξιακών αναφορών πιθανόν νέες ευκαιρίες διαφοροποιημένης επικοινωνίας με τους νέους.
Διότι η άλλη πλευρά του Ιανού της «απολίτικης» εικόνας είναι η υπαρκτή διάθεση των νέων να δραστηριοποιηθούν κοινωνικά με την ευρύτερη έννοια χωρίς να δεσμεύονται κομματικά ή πολιτικά σε παραδοσιακούς χώρους τους οποίους θεωρούν πλέον πεπερασμένους.
Υπό την έννοια αυτή, όταν αναφέρεται η πολιτική στην νεολαία θα πρέπει να πρυτανεύει ο προβληματισμός γύρω από τις σύγχρονες εξατομικευμένες ανάγκες της, τις πολύμορφες εκφάνσεις της επικοινωνίας που την χαρακτηρίζουν και τον τρόπο διαμεσολάβησης που θα επιλεγεί ώστε η «πολιτική» να διατηρήσει μια ελάχιστη ελκυστικότητα. Προϋπόθεση είναι η ανταπόκριση στα ατομικά σχέδια ζωής των νέων μέσα από αντίστοιχα μέτρα πολιτικής.
Αυτό σημαίνει την ενόραση ενός σύγχρονου κοινωνικού κράτους που αντιμετωπίζει θεσμικά τους νέους με βάση τις εξατομικευμένες ανάγκες τους ειδικά στον τομέα της εκπαίδευσης και της ένταξης στην αγορά εργασίας.
Υπόδειγμα επί αυτού είναι σκανδιναβικά κράτη όπως η Δανία, τα οποία εκπονούν ατομικά σχέδια εκπαίδευσης και εργασίας μαζί με τους ενδιαφερομένους και παρακολουθούν μέσα από σύγχρονους θεσμούς όπως τα δημόσια γραφεία εργασίας την ένταξη τους στον οικονομικό βίο.
Κατά τον τρόπο αυτό οι νέοι εντάσσονται συλλογικά ωφέλιμα στην κοινωνία και διαπνέονται από μεγάλη εμπιστοσύνη απέναντι στους θεσμούς και το κράτος.
Ένα ερώτημα σε κάθε περίπτωση φαίνεται προφανές: Εάν ανακύπτουν ιδίως, στο πλαίσιο των αρνητικών δημογραφικών εξελίξεων στην Ελλάδα μάχες αναδιανομής μεταξύ των γενεών. Η γήρανση του πληθυσμού μιλάει μια αμείλικτη γλώσσα όπως και η προβλέψιμη επιβάρυνση των συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας.
Εντούτοις δεν υπάρχουν ακόμα ενδείξεις για ένα χάσμα των γενεών μεταξύ νέων και ηλικιωμένων, θεμελιωμένο γύρω από κοινωνικά κριτήρια διανομής.
Επειδή οι « γενιές» είναι και παραμένουν άμορφες δομές, δύσκολα κινητοποιούνται συλλογικά γύρω από συγκεκριμένα κοινωνικά προβλήματα. Εντούτοις υπάρχουν στιγμές κατά τις οποίες η «ιστορία γεννά» όπως έλεγε ο Μάρξ.